6/θ Δημ. Σχολείο Βρυσών Αποκορώνου Χανίων "Μανούσος Κούνδουρος"
 
Κεντρική σελίδα
Αξιοθέατα
Εκδηλώσεις
Ιστορικά στοιχεία

 

 

 

 

 

Επιμέλεια: Σταύρος Ζώης, Δάσκαλος

Εκατό χρόνια μετά την έναρξη της Επανάστασης του 1895 – 1897 που «χάρισε» και την αυτονομία στην Κρήτη, η κόρη του πρωτεργάτη της Μανούσου Ρούσιου Κούντουρου, - οι δάσκαλοι, μας έγραψαν Κούνδουρους, θα γράψει ο ίδιος ο Μανούσος – Έρση Κούνδουρου – Μωραΐτου και το Ελληνικό Λογοτεχνικό & Ιστορικό Αρχείο (Ε.Λ.Ι.Α.) εκδίδουν ξανά το «Ημερολόγιον, Ιστορικαί και Διπλωματικαί αποκαλύψεις. Η απελευθερωτική Επανάστασις της Κρήτης και η Αρμοστεία αυτής.» Το ημερολόγιο για πρώτη φορά εκδόθηκε στο τυπογραφείο του Γ. Η. Καλέργη & ΣΙΑ στα 1921, με επιμέλεια του διδάκτορος των μαθηματικών, πρώην Διευθυντού του Γενικού Λογιστηρίου Κρήτης Σπυρίδωνος Γ. Βαρδάκη. Την παρούσα έκδοση επιμελείται ο Γ. Δημακόπουλος & ο Ελευθέριος Σκιαδάς. Η διεύθυνση του Ε.Λ.Ι.Α για κάθε ενδιαφερόμενο είναι: Αγ. Ανδρέου 5 Αθήνα 10506 τηλ. 3211149 & 3250378.


ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Μανούσος Κούνδουρος γεννήθηκε στη Χώρα Σφακίων το 1860 και ήταν πρωτότοκος γιος του αγωνιστή και πολιτικού Ρούσσου Ιωάννη Κούνδουρου (1823-1907) δραστήριου μέλους της Επαναστάσεως του 1866-69, και πληρεξούσιου Εμπροσγιαλού, αντιπροσώπου στη Γενική Συνέλευση της Κρήτης 1870 και Γενικού Διοικητικού Συμβούλου Κρήτης (1870-1878) υπό του καθεστώτος του οργανικού Νόμου αλλά και της Χάρτας της Χαλέπας.

Μετά την κατάργηση των προνομίων των Κρητών το 1889, ο Ρούσος Κούνδουρος μαζί με τον υπέργηρο πατέρα του προετοίμασε τη νέα επανάσταση του 1895-98. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών & έλαβε πτυχίο το 1891. Διορίστηκε Πρωτοδίκης Βάμου & διετέλεσε μέλος της Βουλής της Κρήτης το 1889. Εξελέγη πρόεδρος της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής που έφερε και την αυτονομία στην Κρήτη. Με την άφιξη του Υπάτου Αρμοστή Κρήτης Γεωργίου, ο Κούνδουρος διορίστηκε Υπουργός των Εσωτερικών (1899-1902) και Οικονομικών (1904-1907) καθώς και πρόεδρος του Συμβουλίου του Αρμοστή κατά το καθεστώς του Συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας του 1899. Ακολούθως Διοικητικός Επίτροπος (1910-11) υπό το καθεστώς του νεωτέρου Συντάγματος της Κρητικής Πολιτείας του 1907.

Ενώ υπήρξε μέλος της Επαναστατικής Κρητικής Κυβέρνησης, η οποία παρέδωσε το νησί στον πρώτο Έλληνα Γενικό Διοικητή Στέφανο Δραγούμη το 1912. Το 1901 νυμφεύεται τη Χρυσή Χατζηγρηγόρη, σφακιανής καταγωγής από το Ρέθυμνο.

Από τα τέκνα του μνημονεύουμε τον πρωτότοκο Ρούσο-Λασθένη (Χανιά 1904 – Λάκα Σούλη 1944) δικηγόρο έφεδρο αξιωματικό στον Ιταλικό πόλεμο και στέλεχος της Εθνικής Αντίστασης (ΕΟΑΕ-ΕΔΕΣ) καθώς και την υπέργηρη πλέον Έρση που εκδίδει και το ημερολόγιο του πατέρα της.

Μετά την «Ένωση» ο Κούνδουρος εκλέγεται βουλευτής Ρεθύμνης (1915-17) και υπήρξε αντιβενιζελικός. Αντιτάχθηκε στο κίνημα της Εθνικής Αμύνης (1916) & από το 1917 ως το 1920 έμεινε φυλακισμένος των δυνάμεων της Entente στο Μούδρο όπου κινδύνεψε να πεθάνει. Το 1922 διορίστηκε για λίγο Γενικός Διοικητής Κρήτης (28 Αυγούστου -16 Σεπτέμβρη) 1922 και αντικαθίσταται με την επικράτηση της επανάστασης του 1922. Κατά το 1926 διετέλεσε πάλι Γενικός Διοικητής Κρήτης επί κυβερνήσεως Θ. Πάγκαλου.
Απεβίωσε στην Αθήνα στις 19 Δεκέμβρη του 1933 και ετάφη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.


ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΒΡΥΣΩΝ

 

Στο ημερολόγιό του, με ένδειξη: 28 – 11 Βατουδιάρι (1895), αναφέρεται στα γεγονότα της μάχης των Βρυσών που ιστορεί η λαϊκή ρίμα η οποία δημοσιεύεται σε άλλη σελίδα. Εκεί έχει  επισημάνει ο γράφων και τη λάθος χρονολόγησή της. Παραθέτουμε λοιπόν εδώ τη διήγηση του Μ. Κούνδουρου, αυτολεξεί:

 

"28-11 (Βατουδιάρι). O Ιερεύς Ιωάν. Ξενάκης ελθών εξ Αλμυρού προχθές (26 τρέχ.) εις Aλίκαμπον μας ανήγγειλε, δύο ώρας προ της δύσεως του ηλίου ότι: ο Παπα-Γαβριήλ διαμηνά εκ Βάμου, ότι ο στρατός θα μας επιτεθεί προ της ανατολής του ηλίου. Συνωμίλουν με τον οπλαρχηγόν Σπυρίδ. Βαρδάκην έκ Προσνέρου, εις ον ανέθεσα να μεταβεί εις το χωρίον του και να ειπεί εις τους φίλους ότι οφείλουν να μένωσιν εν επιφυλακή καθ' όλην την νύκτα. Καλέσας δε τον εξ Ασκύφου Μανούσον Γιαλέ, πωλητήν φυσιγγίων παρακολουθούντα την Επιτροπήν, τω επρότεινα ν' αγοράσω επί πιστώσει ολόκληρον το φορτίον. Εδέχθη, άλλ' υπό τον όρον να τεθεί εν τη αποδείξει, ότι εάν φονευθώ θα πληρωθεί το ποσόν της αποδείξεως υπό του εν Σμύρνη αδελφού μου Ιωάννου, ηξεύρων ότι παρ’ εκείνου λαμβάνω χρήματα. Μετά την υπογραφήν της αποδείξεως, εις ην ετέθη ο όρος, και την παραλαβήν των φυσιγγίων, ανέθεσα εις αυτόν τον Μ. Γιαλέ ν' αναγγείλει εις τους Ασκυφιώτας, και μέχρι του μεσονυκτίου εις τους εν Χώρα Σφακίων συντρόφους μας, τους πολιορκούντας τον εκεί πύργον, ότι θά συγκρουσθώμεν με τον στρατόν προ της ανατολής του ηλίου. Κατόπιν μετέβημεν εις την οικίαν του Γ. Παπαδάκη, εις την βάπτισιν του τέκνου του.

 Το μεσονύκτιον κατελάβομεν την θέσιν «Κεφάλα». Περί δε τα εξημερώματα ηκούσαμεν βήματα ανθρώπων ανερχομένων. Ήτον ο πλοίαρχος Ανδρέας Κουνδουράκης μεταβαίνων από Χανιά εις Σφακιά. Μας είπεν ότι εις απόστασιν μικράν ανέρχεται στρατός. Παρήγγειλα ν' αναχώρηση ο Στρατιωτικός Επόπτης γέρων Μαλινός, ο ακολουθών άοπλος λόγω της ηλικίας του, και αμέσως κατελάβομεν καταλλήλους θέσεις. Εγώ κατέλαβα μετά είκοσιν ανδρών το μέτωπον, έχων ενώπιον μου το άνοιγμα της οδού εις απόστασιν τριακοσίων μέτρων, προς τα αριστερά μου, κατέλαβε τα πλάγια υψώματα ό Ίωάν. Γιανναράκης ή Γιασεμής και τίνες άλλοι. Νοτιώτερον δε έπεμψα τον Νικόλαον Τσούρδον, ίνα μη ο στρατός μας υπερφαλαγγίσει εκείθεν. Ο εχθρός δεν διεκρίνετο εισέτι καλώς, μολονότι ευρίσκετο, ως αντελαμβανόμεθα, εις απόστασιν εκατόν πεντήκοντα μέτρων από του υψώματος μας. ότε ρίπτεται εις πυροβολισμός εκ του υψώματος Γιανναράκη, ενώ αι μεσολαβούσαι πτυχαί του εδάφους δεν επέτρεπον εις εκείνους να ίδωσι τον ανερχόμενον δια της οδού στρατόν. Εντεύθεν ήρχισεν ή μάχη. Όλόκληρος η ενέργεια του στρατού εστράφη κατά του υψώματος του ιδικού μας, τού αποφράττοντος την οδόν. Άλλ' η προέλασίς του άνεχαιτίζετο ήρχισε δε ν' αραιούται επί των εκατέρωθεν πλευρών του υψώματος. Και η κατάστασις αύτη επεκράτησεν επί τίνα χρόνον, οπότε αντιλαμβάνομαι, όταν ο στρατός ευρίσκετο εις απόστασιν ουχί μικροτέραν των πεντήκοντα μέτρων, ότι τα πυρά του ελαττούντο, ότι η σάλπιγξ του έν τη οδώ στρατού εσάλπιζε καί ο ήχος της ήτο θρηνώδης, το δε σάλπισμα τούτο επανέλαβον αι λοιπαί σάλπιγγες εκ των πλευρών του υψώματος. Τότε αντελήφθην και την φωνήν του γενναίου ανεψιοϋ μου Γεωργίου Κατσουλογεώργη, καλούντος με ν' αποσυρθώ «μόνος δεν θά τους σκοτώσεις όλους». Παρετήρησα, ότι επολέμουν μόνος. Οι σύντροφοί μου είχον αποσυρθεί εις ύψωμα όπισθεν του ιδικού μου. Αλλ' είχα τραυματίσει τον αρχηγόν του στρατού εντός τής οδού θανασίμως και εντεύθεν η επίθεσις του στρατού είχε χαλαρωθεί. Ούτω μοι εδόθη καιρός ν' αποσυρθώ εις το ύψωμα των συντρόφων μου. Ο δε στρατός βραδέως ανελθών κατέλαβε τα πρώτα υψώματα μας, και εκεί πυροβολούμενος εσταμάτησε. Κατά τον χρόνον τούτον συνέρρεον οι φίλοι της επαναστάσεως εκ των διαφόρων χωρίων. Διότι από των πρώτων πυροβολισμών οι κώδωνες των ναών των εγγύς χωρίων διαρκώς εκρούοντο αναγγέλλοντες τον κίνδυνον, εις ον ευρίσκετο η Επιτροπή. Εκ των πρώτων δε κατέφθασαν οι Αλικαμπιώται, οι Προσνερίται, είτα οι Βαφιανοί πλευροκοπούντες τον εχθρόν συγχρόνως οι εκ των Μετοχίων Μουζίδων και οι Νιπιανοί προσβάλλοντες αυτόν εκ των νώτων. Μετ' ου πολύ δ' έφθασαν και οι εν Φρε μεταπολιτευτικοί περί τους εκατόν, και η μάχη εξηκολούθει. Ενώ δε αντεμετωπίζαμεν τον στρατόν εν Κεφάλα ακούομεν ομοβροντίας επί του όρους Δαφνοκορφή. Τότε προσήλθον, αυτομολήσαντες εις τα οχυρώματά μας ο ενωμοτάρχης της Χωροφυλακής Γεώργιος Μυριδές και ο χωροφύλαξ Μαν. Χαλκιαδάκης, εξ ων επληροφορήθημεν ότι ο κατέχων τα νώτα μας στρατός της Δαφνοκεφάλας είναι ο στρατός του Ρεθύμνου, και ότι ολόκληρον το σώμα της Χωροφυλακής υπό τον Φραγκιαδοσήφην κατέχει «της Κράπης τα Σκαλιά». Εμείναμεν εις τας θέσεις μας πολεμούντες κυκλωμένοι. Αλλά περί την μεσημβρίαν η Χωροφυλακή εγκατέλειψε την θέσιν της, αφού ο στρατός της Κεφάλας δεν προήλαυνε, και ήτο επόμενον ότι μετ' ου πολύ θα κατήρχοντο διά Κράπης οι Ασκυφιώται, οπότε αύτη θα ετίθετο μεταξύ εκείνων και ημών. Καθ' ον δε χρόνον συνέβαινον ταύτα μέρος του στρατού εισελθόν εις Αλίκαμπον και εύρον εκεί αόπλους τινάς χριστιανούς τους ετουφέκισε. Και την 2αν ώραν μ.μ., ενώ ερρίπτομεν αραιούς πυροβολισμούς εκ του υψώματος μας, ελλείψει επαρκών φυσιγγίων, κατέφθασαν οι πρώτοι Ασκυφιώται, εις τους οποίους προσετέθησαν και τίνες Προσνερίται, οίτινες επετέθησαν σφοδροί κατά του εχθρού εις τα ερείπια του πύργου, φθάσαντες μέχρι λιθοβολισμών. Δύο δε ώρας προ της δύσεως του ηλίου ο στρατός πανταχόθεν υπεχώρει και καταδιωκόμενος εκ του σύνεγγυς υφίστατο απώλειας. Εις δε την θέσιν «Άγιον Παύλον» περιεσφίχθη. Εκεί εφονεύθησαν πολλοί, εν οις και ο διαβόητος δολοφόνος Ανταλέτης εκ Σασάλου της Κισσάμου. Αφού δε ο στρατός συνεκεντρώθη υπό τας ελαίας του προς Α. λόφου των Βρυσών ήρχισεν υποχωρών προς τον Βάμον. Αλλά τα μεταξύ μέρη κατείχον οι ημέτεροι, μεταξύ δε τούτων και ο οπλαρχηγός Ίωάν. Καλογερής, όστις αντιληφθείς την συναπτομένων μάχην εκ του χωρίου του Κάμπους έσπευσε με σώμα οπλιτών. Όθεν διερχόμενος ο στρατός την οχυράν θέσιν «Πόρτες» υπέστη νέας απώλειας. Περί δε την 2αν ώραν της νυκτός εισήλθεν εις Βάμον, εγκαταλιπών τους νεκρούς του εις την φροντίδα των επαναστατών. Το σχέδιον της Διοικήσεως ήτο πλήρες. Μας επετέθησαν τρεις χιλιάδες στρατού εις Κεφάλαν, Υποθέτουσα δε ότι θα τραπώμεν εις φυγήν είτε προς το Κλήμα είτε προς την Κράπην είχε τοποθετηθεί ο στρατός του Ρεθύμνου εις Δαφνοκεφάλαν, η δε Χωροφυλακή εις της «Κράπης τα σκαλιά» ώστε να εμπέσωμεν εις τας χείρας των. Άλλα το σχέδιόν της εματαιώθη από της πρωίας ένεκα του θανασίμου τραυματισμού του αρχηγού του στρατού. Ο στρατός του Ρεθύμνου διενυκτέρευσεν, εν αγνοία μας, επί της κορυφής της Δαφνοκεφάλας, ενώ ο καιρός ήτο χιονοβόλος. Την πρωίαν δε της σήμερον, πυροβολούμενος υπό ολίγων, διήλθε δια του Αλμυρού μεταβαίνων εις Ρέθυμνον. Εάν ο αγγελιοφόρος Μ. Γιαλές εξεπλήρου καλώς την αποστολήν του, και ο στρατός ούτος θα συνετρίβετο. Αλλ' εβράδυνε να την εκτέλεση και προς τους Ασκυφιώτας και προς τους εν Χώρα Σφακίων ευρισκομένους μεταπολιτευτικούς. Οι τελευταίοι ούτοι ήλθον αργά την πρώτην ώραν της νυκτός έφθασαν εις Κράπην. Σήμερον περί την εσπέραν επληροφορήθημεν ότι ο στρατός επιστρέψας εις Βάμον ωδύρετο και εκάλει ονομαστί τους εγκαταλειφθέντας επί του πεδίου της μάχης συστρατιώτας του, ότι οι αξιωματικοί τον περιώρισαν εις τους στρατώνας του ίνα μη διάπραξη σφαγήν κατά των χριστιανών και ότι ο τραυματισθείς αρχηγός του, ενώ μετεφέρετο εις Χανιά, καθ’ οδόν απέθανε, παρά το χωρίον Καλύβες, διότι ή σφαίρα διελθούσα δια του λαιμού του τον είχε σχεδόν αποσφάξει. Αι απώλειαί μας είναι σχετικώς μικραί._

 

 

 

 

Οι αγώνες της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής οδηγούν στο γεγονός που εικονίζεται σ΄ αυτήν τη σπάνια φωτογραφία.

1898 - Ο Ιταλός πρόξενος κατεβάζει την τούρκικη σημαία από το Φιρκά (=οπλαποθήκη, στρατώνας) στα Χανιά όπου αργότερα θα υψωθεί η Ελληνική σημαία. Οι αγώνες επιτέλους δικαιώνονται. Η Κρήτη αποκτά την αυτονομία της,_

Άλλο ενδιαφέρον γεγονός είναι ότι μεταξύ 3 ως 20 Σεπτέμβρη του 1896, στο ημερολόγιό του ο Μ. Κούνδουρος μας ιστορεί ότι έδωσε εντολή στο Νικόλαο Τσούρδο να εκριζώσει έναν πλάτανο από τις Βρύσες και να τον φυτέψει στην πατρική του οικία στ’ Ασκύφου. Η οικία αυτή κατά πληροφορία του Κατσανεβάκη Γιάννη του Νικ. (μαθητή του ΤΕΛ Βρυσών ) από τ’ Ασκύφου, ερείπιο πλέον βρίσκεται κοντά στη διασταύρωση προς Γωνί του κεντρικού δρόμου του Αμμουδαριού Σφακίων και ακριβώς απέναντι από το σπίτι του Μανόλη Βαλυράκη Διευθυντή της Ορθοπεδικής Κλινικής του Νοσοκομείου Χανίων στη γειτονιά Πετρές. Ο δε πλάτανος χαίρει μακροημέρευσης. Παραθέτουμε το αυθεντικό κείμενο από το ημερολόγιό του.

 

[…]"—9 (Ασκύφου). Ανερχόμενοι εξ Αποκορώνου παρήγγειλα τον Νικόλ. Τσούρδον και εξερρίζωσεν εκ της θέσεως «Βρύσες» δενδρύλλιον πλατάνου, ην εφύτευσα έξωθι της πατρικής μου οικίας. Θέλω να χρησιμεύσει ως ιστορικόν μνημείον, ανανεουμένη εκ της ιδίας σαρκός. Εν τούτω προσέκρουσα εις τας προλήψεις - δια τον πλάτανον - των επαρχιωτών και είναι επίμονοι εις τας προλήψεις των. Το 1833 ανελθών ενταύθα ο πασάς της Κρήτης εκάλεσε παρ' αυτώ τους προύχοντας της επαρχίας, την δε νύκτα, παιανιζούσης της στρατιωτικής μουσικής, τους απηγχόνισε, κρεμάσας αυτούς εις την εν Αμμουδάρι, συνοικία του χωρίου, πλάτανον. Αλλά και γενικώτερον, λαός έχων την ιστορίαν των Κρητών δεν ηδύνατο να μείνει ανεπηρέαστος, άνευ προλήψεων.
....................................................................................................

Αι προλήψεις επομένως του λαού είναι ερριξωμέναι εν τη ψυχή του δεδικαιολογημένως. Η φυτευθείσα πλάτανος ας είναι αιωνόβιος, μνημείον των σημερινών αγώνων, εξ ων είθε ν' αναδύση αΐδιος η ελληνική ελευθερία εν τη πολυταράχω νήσω".
 

 

Κεντρική σελίδα | Αξιοθέατα | Εκδηλώσεις | Ιστορικά στοιχεία

Τελευταία ενημέρωση της τοποθεσίας 29/05/08